Κυριακή 9 Αυγούστου 2020

Θεοδωρουπόλεως Γερμανός - Ένας ηγιασμένος ιεράρχης του Φαναρίου


Στις 10 Αυγούστου 2018 αναχώρησε για την αιωνιότητα ένας ηγιασμένος ιεράρχης της Εκκλησίας της Κωνσταντινου-πόλεως, ο μακαριστός Μητροπολίτης Θεοδωρουπόλεως Γερμανός. Ένας ολόφωτος πνευματικός φάρος, μία εξαίσια εκκλησιαστική φυσιογνωμία. Ήταν αρκετό να τον συναντήσεις μια φορά, για να θυμάσαι για πάντα αυτόν τον μικρόσωμο επίσκοπο με το παιδικό αλλά συνάμα λαμπερό και αγνό βλέμμα.

Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1930 και λάμπρυνε με την πηγαία ταπεινοφροσύνη του και τις άλλες αρετές του την Μεγάλη τού Χριστού Εκκλησία για πολλές δεκαετίες. Χειροτονήθηκε διάκονος το 1953, πρεσβύτερος το 1966 και επίσκοπος το 1972.

Ένα μικρό αφιέρωμα στον μακαριστό ιεράρχη από τον Αρχιμανδρίτη του Οικουμενικού Θρόνου Χρυσόστομο Παπαδάκη.

«Ήταν η αθόρυβη και αγιοπρεπής σε όλα της παρουσία στο μαρτυρικό Φανάρι. Μυρίπνοο άνθος της μυστικής αγιοπατερικής αρετής. Πνοή του Αγίου Πνεύματος μέσα σε πολυπληθές, αλλογενές και αλλόθρησκο περιβάλλον της αγαπημένης Κωνσταντίνου Πόλεως. Και επειδή η θεία Χάρις όταν το θελήσει τίποτα δεν μπορεί να της σταθεί εμπόδιο, πληροφορούσε τις καρδιές και αυτών των αλλοθρήσκων Τούρκων για την αξία αυτής της φωτοφόρου ψυχής, η οποία κατοικούσε σ εκείνο το καχεκτικό από την άσκηση σώμα. Τον αγαπούσαν αληθινά και του εκδήλωναν βαθύ σεβασμό. Τον αποκαλούσαν «ΑΖΙΖ Γερμανό», δηλαδή άγιο Γερμανό.

Με διαβεβαίωνε σεβαστός μου Ηγούμενος Μονής της Ελλαδικής Εκκλησίας και γνησιώτατος φίλος του Πατριαρχείου, ότι γνωστοί του άνθρωποι έγιναν αυτόπτες και αυτήκοοι μάρτυρες, όταν βγαίνοντας στη γειτονιά από το σπίτι του στο Τζιχανγκίρ ο Γέροντας, σηκώνονταν οι Τούρκοι και οι Τουρκάλες που κάθονταν έξω και λέγανε, «αζίζ Γερμανός γκελίορ», δηλαδή περνά ο άγιος Γερμανός.
Το έζησα όμως και ο ίδιος κατά Θεία Πρόνοια στο πλοίο καθώς επιστρέφαμε στην Πόλη, μετά την ενθρόνιση του μακαριστού Μητροπολίτου Πριγκηπονήσων Ιακώβου.
Μέσα στο ήδη ασφυκτικά γεμάτο πλοιάριο της γραμμής μπήκαμε πολλοί, τόσο από την Πόλη, όσο και από την Ελλάδα. Εκείνος ήταν με τον μακαριστό επίσης λόγιο και αρχοντικό Ιεράρχη, τον Πέργης Ευάγγελο .
Κατά το πέρασμά του ο Γερμανός και μέχρι να καθίσει, αλλά και όταν κάθισε, τα βλέμματα των Τούρκων επιβατών ήταν σεβαστικά πάνω του, λες κι είχε μπει μόνο αυτός μέσα στο πλοίο. Μεταξύ τους κάποιοι ψιθύριζαν και καταλάβαινα ότι μιλούσαν γι αυτόν με αγάπη και θαυμασμό. Τα μάτια τους το μαρτυρούσαν.
Κάποια παρέα τον γνώριζε και του μίλησε με έκδηλη τη χαρά. Και ναι, δύο από αυτούς χωρίς φόβο για τα τόσα μάτια ομοεθνών τους συνεπιβατών, του ασπάστηκαν το χέρι, παρά την προσπάθειά του να μην το επιτρέψει. Εκείνοι πρόσφεραν τα καθίσματά τους για να καθίσουν οι δύο αρχιερείς. Δάκρυσα από συγκίνηση.
Λίγο είναι να είσαι κληρικός του Πατριαρχείου μέσα στην Τουρκιά και να απολαμβάνεις τέτοιου σεβασμού από μουσουλμάνους; Για τους συγκεκριμένους σκέφτηκα, πως ίσως να ήταν από κείνους που τυχόν είχε ευεργετήσει οικονομικά, αφού υπήρξε σε όλη του τη ζωή ελεήμων.

Ο Δεσπότης που δαπανούσε για τον εαυτό του τόσα, όσα ήσαν αναγκαία για να ζει. Το μεγαλύτερο μέρος έδινε για να συντηρηθούν άλλοι, ενδεείς ομογενείς και Τούρκοι.

Τιμούσε τους πάντες και δεν υποτιμούσε κανένα. Μα δεν συνειδητοποίησε ποτέ ως όντως ηγιασμένος, ότι αποτελούσε τιμή για τη Μητέρα Εκκλησία. Ότι ήταν το άγιο κόσμημά της. Κόσμημα μοναδικής αξίας, όχι μόνο διακρινόμενος και με τη φυσική του απλώς παρουσία ως κεχαριτωμένος παρά Θεού, αλλά κυρίως με την παρρησία των προσευχών του ενώπιον του Θεού για το Πατριαρχείο και την ομογένεια της Πόλης. Πιστεύω ακράδαντα, ότι η προσευχή του ήταν μια μυστική θεία σκέπη πάνω από το Φανάρι.»

 (Πηγή: Πεμπτουσία, 11 Αυγούστου 2018)

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου